Συνολικές προβολές σελίδας

Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2011

Δρόγες για την αντιμετώπιση δυσλειτουργιών του θυρεοειδούς αδένα

Βοτανική ονομασία: Laminaria hyperborea Foslie.
Κοινή ελληνική ονομασία: Ραβδία λαμινάριας.
Αγγλική ονομασία: Kelp.
Συνώνυμα: Laminaria cloustoni Le Jolis.
Περιγραφή και συστατικά: Η δρόγη αποτελείται από τα ξηραμένα στελέχη του φαιοφύκους Laminaria cloustonii. Σε ξηρή κατάσταση, τα στελέχη έχουν τεφροκαστανό ή σκούρο καστανό χρώμα. Με αφαίρεση του φλοιού λαμβάνονται τεφρά ραβδία.
Τα δραστικά συστατικά της είναι:
• βλεννώδεις ουσίες n πολυσακχαρίτες με κυριότερο το αλγινικό οξύ (15-40%) n λαμιναρίνη n φουκοϊδίνη
• μαννιτόλη n ιώδιο (0,07-0,76% σε ξηρό δείγμα)
• ασκορβικό οξύ (0,013-0,077% σε νωπή δρόγη).
Ιδιότητες: Αντιθυρεοειδικές, αντιρευματικές και κατά της παχυσαρκίας.

Ενδείξεις: Παραδοσιακά (χωρίς να έχει αποδειχθεί) χρησιμοποιείται για τη ρύθμιση της λειτουργίας του θυρεοειδή αδένα, καθώς και σε λεμφαδενοειδή βρογχοκήλη, μυξοίδημα, παχυσαρκία, αρθρίτιδα και ρευματισμούς.

Αντενδείξεις:
• Δεν πρέπει να λαμβάνεται από άτομα που ακολουθούν θεραπευτική αγωγή για το θυρεοειδή αδένα, διότι μπορεί να αλληλεπιδράσει με τα φαρμακευτικά σκευάσματα που ήδη λαμβάνουν.
• Δεν πρέπει να χορηγείται σε παιδιά, διότι μπορεί να προκαλέσει υπερ- ή υποθυρεοειδισμό.
• Σε άτομα με ακμή η χρήση της δρόγης μπορεί να επιδεινώσει την κατάσταση.
• Αντενδείκνυται η χορήγηση της δρόγης σε άτομα με υπερευαισθησία στα είδη της Laminaria αλλά και σε υπερθυρεοειδικούς ασθενείς.

Κύηση - γαλουχία: Λόγω των εκτρωτικών της ιδιοτήτων, η δρόγη δεν πρέπει να λαμβάνεται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Επίσης, επειδή δεν υπάρχουν επαρκείς μελέτες που να υποστηρίζουν την ασφάλειά της κατά τη γαλουχία, πρέπει να αποφεύγεται η χρήση της την περίοδο αυτή.

Ανεπιθύμητες ενέργειες:
• καρδιαγγειακό: υπόταση
• γαστρεντερικό: ναυτία, έμετος, ανορεξία
• δερματικό: αντιδράσεις υπερευαισθησίας, εξανθήματα τύπου ακμής
• αναπαραγωγικό: συσπάσεις μήτρας, αποβολή
• αιματολογικό: ανωμαλία ερυθροποίησης, θρομβοκυτοπενία
• συστηματικό: αιμορραγία
• ορμονικό: εμφάνιση υπερθυρεοειδισμού μετά από συστηματική κατανάλωση της δρόγης.
Τυπικά συμπτώματα υπερθυρεοειδισμού (ελάττωση βάρους, εφίδρωση, αίσθημα κόπωσης) καταγράφηκαν σε γηραιό άτομο που λάμβανε εμπορικό σκεύασμα με βάση τη δρόγη για 6 μήνες.

Αλληλεπιδράσεις:
Η δρόγη όταν χορηγείται με:
• θυρεοειδικά: ενισχύει τη δράση τους
• αντιπηκτικά: αυξάνει τον κίνδυνο αιμορραγίας σε σύγχρονη λήψη
• αντιυπερτασικά: ενισχύεται η υποτασική δράση της δρόγης.

Δοσολογία και τρόπος χορήγησης:
Προτεινόμενη Ημερήσια Δόση
Ξηραμένος θαλλός: 5-10g ή έγχυμα τρεις φορές την ημέρα.
Υγρό εκχύλισμα: 4-8ml (1:1 σε 25% αλκοόλη) τρεις φορές την ημέρα. 
Βοτανική ονομασία: Leonurus cardiaca L.
Αγγλική ονομασία: Motherwort.
Συνώνυμα: Leonurus.
Περιγραφή και συστατικά: Η δρόγη αποτελείται από τα υπέργεια τμήματα του φυτού που συλλέγονται την εποχή της άνθησης (Ιούνιο-Ιούλιο), πριν από το σχηματισμό των καρπών. Η διαδικασία της ξήρανσης πρέπει να γίνεται όσο το δυνατόν γρηγορότερα σε σκιερό μέρος ή σε ξηραντήρες και σε θερμοκρασία όχι μεγαλύτερη των 40°C, για να αποφευχθεί η διάσπαση των δραστικών συστατικών. Τo φυτό έχει χαρακτηριστική δυσάρεστη οσμή.
Τα δραστικά συστατικά της είναι:
• αλκαλοειδή
• φλαβονοειδή
• ιριδοειδή
• ταννίνες
• τερπενοειδή.
Άλλα συστατικά: κιτρικό, μαλεϊκό, ολεϊκό οξύ, υδρογονάνθρακες, πικρές ουσίες, υδατάνθρακες.

Ιδιότητες: Ηρεμιστικές, μυοχαλαρωτικές, αντισπασμωδικές, ρυθμιστικές της αρτηριακής πίεσης.

Ενδείξεις:
• Νευρικής φύσεως καρδιακή διαταραχή
• Δυσλειτουργία θυρεοειδούς αδένα
Μη αποδεδειγμένες ενδείξεις είναι το βρογχικό άσθμα, η αμηνόρροια, τα συμπτώματα κλιμακτηρίου. Επίσης χρησιμοποιείται σε καρδιακή αδυναμία, απλή ταχυκαρδία και ειδικότερα σε καρδιακά συμπτώματα που σχετίζονται με νεύρωση. Παλαιότερα το χρησιμοποιούσαν και σε επιληπτικές κρίσεις.

Χρήση στην ομοιοπαθητική: σε καρδιακά προβλήματα, υπερθυρεοειδισμό, μετεωρισμό.

Αντενδείξεις: Υπερβολική κατανάλωση μπορεί να αλληλεπιδράσει με υπάρχουσα θεραπεία για καρδιακή διαταραχή. Η δρόγη δεν πρέπει να χορηγείται σε άτομα με θρομβοκυτοπενία.
Άτομα με υπερευαισθησία στη συγκεκριμένη δρόγη ή σε άλλα μέλη της οικογένειας των Labiatae μπορεί να εμφανίσουν αλλεργική αντίδραση.

Κύηση - γαλουχία: Το φυτό επηρεάζει τον έμμηνο κύκλο. Λόγω της έλλειψης επαρκών τοξικολογικών στοιχείων αλλά και εξαιτίας της επίδρασης της δρόγης στο μυϊκό τόνο της μήτρας, η χρήση της κατά τη διάρκεια εγκυμοσύνης και γαλουχίας πρέπει να αποφεύγεται.

Ανεπιθύμητες ενέργειες:
• γαστρεντερικό: ναυτία, έμετος, ανορεξία, διάρροια, στομαχικός ερεθισμός
• αιματολογικό: αύξηση χρόνου ροής αίματος
• δερματικό: αντιδράσεις υπερευαισθησίας, φωτοευαισθησία
• αναπαραγωγικό: αιμορραγία μήτρας.

Αλληλεπιδράσεις:
Η δρόγη όταν χορηγείται με:
• αντιπηκτικά (ηπαρίνη, βαρφαρίνη): μπορεί να προκαλέσει αιμορραγία
• β-αποκλειστές: μπορεί να προκαλέσει μείωση του καρδιακού ρυθμού
• καρδιακούς γλυκοσίδες: μπορεί να ελαττώσει τον καρδιακό ρυθμό.

Φύλαξη: Η δρόγη πρέπει να φυλάσσεται σε δροσερό και ξηρό χώρο, μακριά από ζέστη και υγρασία.

Δοσολογία και τρόπος χορήγησης:
Προτεινόμενη μέση ημερήσια δόση
Ξηραμένη δρόγη: 2-4g ή αντίστοιχη δόση σε διάφορα παρασκευάσματα, π.χ. έγχυμα, τρεις φορές την ημέρα.
Βάμμα: 2-6ml (1:5 σε 45% αλκοόλη) τρεις φορές την ημέρα.
Υγρό εκχύλισμα: 2-4ml (1:1 σε 25% αλκοόλη) τρεις φορές την ημέρα.
Παράδειγμα εγχύματος
2g τεμαχισμένης δρόγης προστίθενται σε 100ml νερό βρασμένο και αφήνεται για 10 λεπτά. Κατόπιν φιλτράρεται και λαμβάνονται 2-4 φλιτζάνια την ημέρα.

Βοτανική ονομασία: Lycopus virginicus, lycopus europaeus.
Αγγλική ονομασία: Bugleweed.
Συνώνυμα: Carpenter’s herb.
Περιγραφή και συστατικά: Η δρόγη αποτελείται από τα υπέργεια τμήματα του φυτού που συλλέγονται λίγο πριν από την εποχή της άνθησης και ξηραίνονται.
Τα δραστικά συστατικά της είναι:
• παράγωγα καφεϊκού οξέος
• φλαβονοειδή
• διτερπένια
• πτητικά έλαια.

Ιδιότητες: Αντιγοναδοτροπικές, αντιθυρεοτροπικές.

Ενδείξεις:
• Νευρικότητα, αϋπνία
• Προεμμηνορροϊκό σύνδρομο
Παραδοσιακά (χωρίς να έχει αποδειχθεί) χρησιμοποιείται σε ήπιας μορφής υπερλειτουργία του θυρεοειδούς αδένα συνοδευόμενη με διαταραχές στο αυτόνομο νευρικό σύστημα.

Αντενδείξεις: Η δρόγη αντενδείκνυται σε υπολειτουργία του θυρεοειδούς αδένα αλλά και σε διόγκωσή του. Δεν πρέπει να χορηγείται μαζί με φαρμακευτικά σκευάσματα για το θυρεοειδή.

Κύηση - γαλουχία: Λόγω έλλειψης επαρκών στοιχείων, δεν προτείνεται η χρήση της σε κύηση και γαλουχία.

Αλληλεπιδράσεις:
Η δρόγη δεν πρέπει να χορηγείται μαζί με:
• ραδιενεργά ισότοπα
• θυρεοειδικά φαρμακευτικά σκευάσματα.

Δοσολογία και τρόπος χορήγησης: Κάθε ασθενής έχει το δικό του βέλτιστο επίπεδο θυρεοειδικής ορμόνης. Μόνο κατά προσέγγιση μπορεί να υπολογιστεί η σωστή δόση για τη θυρεοειδική διαταραχή, στην οποία πρέπει να συνυπολογιστούν η ηλικία και το βάρος του ασθενούς.

Υπερδοσολογία: Χορήγηση της δρόγης σε πολύ μεγάλες ποσότητες μπορεί να προκαλέσει διόγκωση του θυρεοειδούς αδένα. Απότομη διακοπή χορήγησης της δρόγης μπορεί να οδηγήσει σε φαινόμενο rebound (αυξημένη έκκριση της TSH και της προλακτίνης), καθώς και σε μαστωδυνία.
http://www.farmakeutikoskosmos.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου